σαμπρέλα

σαμπρέλα
η, Ν
1. δακτυλιοειδής ελαστικός σωλήνας που γεμίζεται με αέρα υπό πίεση και τοποθετείται μεταξύ τού σώτρου ή ζάντας και τού ελαστικού τών τροχών διαφόρων οχημάτων, λ. χ, αυτοκινήτων, ποδηλάτων, ελκυστήρων, ο αεροθάλαμος
2. σφαιρικός θάλαμος γεμάτος αέρα, που τοποθετείται στο εσωτερικό μιας μπάλας ποδοσφαίρου, υδατοσφαίρισης, πετοσφαίρισης κ.ά. αθλημάτων, για να διατηρεί την σταθερότητα τού όγκου και την ελαστικότητά της.
[ΕΤΥΜΟΛ. Τ. ανώμαλα σχηματισμένος από το γαλλ. chambre aair].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • σαμπρέλα — η (λ. γαλλ.), αεροθάλαμος τροχού: Τρύπησε η σαμπρέλα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αυτοκίνητο — Όχημα το οποίο κινείται με κινητήρα που έχει πάνω του και το οποίο δεν σέρνεται από εξωτερική δύναμη. Γενικά χερσαίο όχημα που είναι κατασκευασμένο για να κινείται κατά κανόνα σε δρόμους και αντλεί την απαραίτητη για την κίνησή του ωστική δύναμη… …   Dictionary of Greek

  • Μισελέν, Εντουάρ — (Edouard Michelin, Κλερμόν Φεράν 1859 – Ορσίν, Πυΐ ντε Ντομ 1940). Γάλλος επιχειρηματίας. Σπούδασε ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού. Το 1889 ίδρυσε, μαζί με τον αδελφό του Αντρέ Μισελέν (Andre Michelin, 1853 – 1931), την εταιρία… …   Dictionary of Greek

  • αεροθάλαμος — ο 1. ο μικρός ή μεγάλος θάλαμος που περιέχει αέρα. 2. το εσωτερικό από καουτσούκ στεφάνι των τροχών του αυτοκινήτου, η σαμπρέλα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”